Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

καὶ βέβαιον

См. также в других словарях:

  • Greek Junta Trials — The Greek Junta Trials ( el. Οι Δίκες της Χούντας translated as: The Τrials of the Junta) were the trials involving members of the military junta which ruled Greece from 21 April 1967 to 23 July 1974. These trials involved the instigators of the… …   Wikipedia

  • βέβαιος — η, ο (AM βέβαιος, α, ον) 1. (για πράγμα) αναμφισβήτητος, αναμφίβολος, σίγουρος 2. (για πρόσωπο) σταθερός νεοελλ. (για πρόσωπο) εκείνος που γνωρίζει κάτι καλά, ο πεπεισμένος για κάτι αρχ. μσν. το ουδ. ως ουσ. βέβαιον, το βεβαιότητα, σταθερότητα… …   Dictionary of Greek

  • ομοιότροπος — η, ο (Α ὁμοιότροπος, ον) 1. αυτός που γίνεται, που επιτελείται με τον ίδιο τρόπο με έναν άλλο ή άλλους («εἰδότες οὔτε φιλίαν ἰδιώταις βέβαιον γιγνομένην... εἰ μὴ μετ ἀρετῆς δοκούσης ἐς ἀλλήλους γίγνοιτο καὶ τἆλλα ὁμοιότροποι εἶεν», Θουκ.) 2.… …   Dictionary of Greek

  • Κλειτόμαχος — Όνομα ιστορικών προσώπων της αρχαιότητας. 1. Καρχηδόνιος φιλόσοφος (Καρχηδόνα 187 – Αθήνα 109 π.Χ.). Ταξίδεψε στην Αθήνα σε ηλικία 40 ετών και έγινε μαθητής του Καρνεάδη, τον οποίο διαδέχθηκε στη διεύθυνση της Ακαδημίας το 127 π.Χ. Αναφέρεται το… …   Dictionary of Greek

  • АТАРАКСИЯ — (от греч. ataraxia отсутствие волнений, невозмутимость) в философии Эпикура и его школы состояние душевного покоя, невозмутимости, к которому должен стремиться человек, в особенности мудрец. А. является предварительным условием достижения счастья …   Философская энциклопедия

  • АТАРАКСИЯ —     АТАРАКСИЯ (греч. ἀταραξία [ἀ priv. + ταραχή], волнение, смятение, тревога), термин античной этики: «невозмутимость», «безмятежность». Наиболее общий смысл заключается в идеале невосприимчивости души к аффектам, переносе внимания с внешних… …   Античная философия

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»